Βία – Αντιβία – Marfin 5 Μάη

κατεβάστε το κείμενο σε αρχείο word κάνοντας κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο:

png – bia – antibia – marfin 5 Mai

—————————————————————————————————-

το κείμενο είναι το παρακάτω:

για την βία που καθημερινά δεχόμαστε, την αντιβία που χρησιμοποιούμε για να αντισταθούμε-επιτεθούμε στην βία που δεχόμαστε και για τους τρεις τραγικούς θανάτους στην marfin κατά την διάρκεια της διαδήλωσης στις 5/5/10 στην Αθήνα

.

Εισαγωγή

Το κείμενο αυτό γράφτηκε μετά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην απεργιακή πορεία της 5/5/2010 στην Αθήνα. Με αφορμή τη δολοφονία των τριών εργαζομένων στη Marfin από εμπρησμό της τράπεζας κατά τη διάρκεια της πορείας, θέλουμε να μιλήσουμε για το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς το θέμα της βίας και να ασκήσουμε κριτική σε αντιλήψεις και πρακτικές με τις οποίες διαφωνούμε.

Ξεκαθαρίζουμε από την αρχή ότι σκοπός του κειμένου δεν είναι να «καταδικάσει τη βία από όπου και αν προέρχεται» όπως επίμονα ζητά η εξουσία, η οποία παρουσιάζει τη δικιά της βία ως «κοινωνική ειρήνη» και ζητάει στην πραγματικότητα από τους καταπιεσμένους να αρνηθούν τη δικιά τους αντι-βία με την οποία αντιστέκονται στη βία της εξουσίας.

Επίσης σε αυτό το κείμενο δε θα επικεντρώσουμε στα ίδια τα μέσα τη βίας. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι οι λογικές που βρίσκονται κάθε φορά πίσω από τη χρήση βίαιων μέσων, οι οποίες και καθορίζουν ποια μέσα και πρακτικές χρησιμοποιούνται σε κάθε συγκυρία. Αν και υπάρχουν εξαιρέσεις, τα περισσότερα βίαια μέσα είναι ουδέτερα. Αυτό που τα κάνει τη μια να υπηρετούν την κοινωνική απελευθέρωση και την άλλη εξουσιαστικές πρακτικές (ακόμη και αν αυτές οι πρακτικές χρησιμοποιούν επαναστατική φρασεολογία) είναι οι αντιλήψεις αυτών που τα χρησιμοποιούν σχετικά με την πραγματικότητα στην οποία ζούμε και το πώς αυτή θα αλλάξει.

.

Η βία του συστήματος

Όταν καλείσαι να πληρώσεις ένα χρέος που δεν δημιούργησες, όταν σου επιβάλλουν να είσαι εσύ αυτός που θα αναστήσει την ”κυρία ελληνική οικονομία” (ποια είναι άραγε η αγαπητή;) κλέβοντας κάθε ελευθερία και δικαίωμα που είχες είτε ως άτομο είτε ως κοινωνία (όχι ότι ήταν και πολλά αυτά), όταν σου πουλάνε εθνική ενότητα και συ την πληρώνεις με αίμα, αυτό λέγεται βία. Βία που ποτέ δεν ειπώθηκε ως τέτοια από τα βρομοστόματα αυτών που την ασκούν. Αυτών που τριγυρνούν από πάνελ σε πάνελ, γραβατωμένοι, χορτάτοι και καλοχτενισμένοι. Που προσπαθούν να μας πείσουν πως βία είναι κάθε προσπάθεια και κάθε κίνηση που αποσκοπεί στην ανατροπή αυτού του σάπιου δολοφονικού καθεστώτος. Γιατί η βία υπάρχει και σε στιγμές αντίστασης, αλλά υπάρχει για να αντικρούσει και να εναντιωθεί στην οικονομική, συναισθηματική, ψυχολογική και ηθική καταπίεση και βία που δεχόμαστε καθημερινά με διάφορες μορφές, σ’ αυτό που ονομάζεται ομαλή λειτουργία του συστήματος. Γιατί βία είναι η επιβολή του πως θα ζήσεις, σε τι θα πιστέψεις, τι θα ονειρευτείς, αν, πότε, πώς και ποιον θα αγαπήσεις…

Βία είναι αυτό που νιώθει ο νέος, είτε ως μαθητής είτε ως φοιτητής, μέσα από την εκπαίδευση, από τους γονείς και τους καθηγητές που γκρεμίζουν τα όνειρα του, δεν τον αφήνουν να πάρει γνώση με τον τρόπο που αυτός θέλει και δεν του αφήνουν χρόνο και κυρίως διάθεση να ζήσει τις εμπειρίες που αρμόζουν στην ηλικία του και να ολοκληρωθεί συναισθηματικά.

Βία είναι τα αντικαταθλιπτικά και τα παυσίπονα που παίρνεις για ν’ αντέξεις.

Βία είναι η μισθωτή σκλαβιά, βία είναι η μαύρη εργασία και τα ελαστικά ωράρια, η εντατικοποίηση στο χώρο δουλειάς, η αβεβαιότητα για το μέλλον και η πλήρης οικονομική εξαθλίωση…

Βία είναι η αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος και τα κυρίαρχα πρότυπα ομορφιάς που οδηγούν χιλιάδες κορίτσια στη νευρική ανορεξία και την κατάθλιψη.

Βία είναι οι καθημερινοί θάνατοι από πείνα (σύντομα και κοντά μας), οι ”αυτοκτονίες” στο στρατό και έξω από το στρατό (βλέπε τρεις αυτοκτονίες λόγω οικονομικών προβλημάτων το τελευταίο μήνα στην ελλάδα), οι εκατοντάδες δολοφονίες-μεμονωμένα περιστατικά στα σύνορα και στο αιγαίο, οι ξυλοδαρμοί και οι ”τυχαίοι” θάνατοι μεταναστών στα τμήματα…

Βία είναι η άγρια καταστολή των πορειών, οι διώξεις και οι φυλακίσεις ανθρώπων που αγωνίζονται…

Βία είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος (είτε με όρους σημερινής ανάπτυξης είτε με όρους πράσινης ανάπτυξης) στο οποίο ζούμε και της ίδιας μας της υγείας, στο βωμό του κέρδους..

Βία είναι η καπιταλιστική ηθική που προάγει τον ανταγωνισμό και την ιδιοτέλεια.

Βία είναι η ιδιοκτησία, το να ανήκει 80% του πλανήτη στο 1% του πληθυσμού του, το να έχει ένας δέκα βίλες και άλλοι να μην έχουν ψωμί να βάλουν στο στόμα τους…

Βία είναι η καπιταλιστική οικονομία που αντιμετωπίζει τους ανθρώπους σαν συντελεστές παραγωγής και τους συμπεριφέρεται σαν καταναλωτές ή τηλεθεατές.

Βία είναι κάθε σχέση εξουσίας και εκμετάλλευσης…

Ας αναλογιστούμε λοιπόν αν η «ισορροπία», η «κοινωνική ειρήνη και γαλήνη», η «ηρεμία» και η «εκτόνωση της κατάστασης» και τόσες άλλες φράσεις που ακούμε, είναι απλώς περίτεχνα επιλεγμένες λέξεις για μια εγκαθιδρυμένη τρομοκρατία που μάλιστα έχει πετύχει τον απώτερο σκοπό της. Έχει γίνει αποδεκτή από τον κόσμο ως αναπόφευκτη, ακόμα και σωστή, και έχει εγκαθιδρυθεί στο ίδιο μας το μυαλό ως αυτονόητη…

Αν λοιπόν είμαστε ακόμα ζωντανοί και θέλουμε κάποια στιγμή να απελευθερωθούμε από τα δεσμά του καπιταλιστικού συστήματος στο οποίο ζούμε, η λύση είναι μία: όλοι στους δρόμους, τώρα και μέχρι να δημιουργήσουμε τις δικές μας οριζόντιες δομές, μέχρι να ανατρέψουμε το υπάρχον και να οικοδομήσουμε την κοινωνική απελευθέρωση. Η απάντηση λοιπόν πρέπει να δοθεί τώρα καθώς τα περιθώρια στενεύουν επικίνδυνα. Και όχι, αυτήν την φορά να μην αφήσουμε τους επαγγελματίες συνδικαλιστές να κάνουν κουμάντο στους τρόπους με τους οποίους κινούμαστε. Με εργαλεία την αμεσοδημοκρατία και την αυτοοργάνωση να είμαστε εμείς αυτοί που αποφασίζουμε για το πως θα δράσουμε και να είμαστε εμείς οι ίδιοι αυτοί που υλοποιούν αυτές τις αποφάσεις.

.

Η κινηματική αντι-βία

Η βία του συστήματος που περιγράφουμε παραπάνω έρχεται σε αντίθεση με τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Η θέλησή μας να μην υποκύψουμε σ’ αυτή τη βία μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε την κινηματική αντιβία ως ένα μέσο για να απελευθερωθούμε από τη βία του συστήματος, καθώς πολύ καλά γνωρίζουμε ότι ποτέ τίποτα δεν ανατράπηκε ειρηνικά.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους θεωρούμε σωστό να μη δείχνουμε νομιμοφροσύνη απέναντι στο κράτος, χωρίς αυτό να σημαίνει πως μία πράξη είναι επαναστατική μόνο αν είναι παράνομη. Κατά την επιλογή μιας ενέργειας το βασικό κριτήριο δεν πρέπει να είναι η νομιμότητα αυτής της ενέργειας, αλλά το αν αυτή βοηθάει το κίνημα ή όχι. Ο κυριότερος λόγος που δεν πρέπει να δείχνουμε νομιμοφροσύνη είναι πως δεν ωφελεί σε τίποτα. Το ότι εμείς θα πάμε με τα νερά της εξουσίας, δε θα την κάνει να πει «τόσο καλά παιδιά, γιατί να τα καταπιέζω; Ας αυτοκτονήσω και ας τα αφήσω να ζήσουν όπως θέλουν».. Το μόνο που έχουμε να κερδίσουμε παραμένοντας νομιμόφρονες είναι το να συνεχίζουμε να μην γινόμαστε ενοχλητικοί για την εξουσία και έτσι να της δίνουμε τη δυνατότητα να συνεχίζει να μας αγνοεί.

Η άρνηση της νομιμοφροσύνης είναι ακόμη πιο αναγκαία ειδικά τώρα που το κράτος και οι μηχανισμοί του θεάματος προσπαθούν όλο και περισσότερο να φτιάξουν έναν “εσωτερικό εχθρό”, θέλοντας να διχάσουν τους διαδηλωτές μεταξύ τους και απειλώντας με άγρια καταστολή σε πράξεις που ξεφεύγουν από τα όρια της νομιμότητας. (Όρια που βέβαια έχουν πάντα να κάνουν με την σχέση εξουσίας-αντίστασης. Παραδείγματος χάριν: στις χώρες της Ευρώπης που τα κινήματα βρίσκονται σε ύφεση είναι παράνομο ακόμη και το να κάνεις πορεία χωρίς να ζητήσεις άδεια από την αστυνομία. Στην Ελλάδα από την άλλη ακόμη και συγκεκριμένες ενέργειες κατά τη διάρκεια μιας πορείας δε θεωρούνται κάτι το ιδιαίτερο. Π.χ. δε θεωρείται κάτι το εξαιρετικό κάποιος να σπάει τις κάμερες μιας τράπεζας σε μια πορεία. Ακόμη παραπέρα, επί του φοιτητικού κινήματος του ‘06-‘07 σε άφηναν να συγκρουστείς μπροστά στη βουλή, όχι όμως να πετάξεις και πέτρα, ενώ κατά την εξέγερση του Δεκέμβρη του ’08 ο Παυλόπουλος (υπουργός εσωτερικών) και τα ΜΜΕ έλεγαν ότι δεν υπήρχε πρόβλημα με τους μαθητές που πετούσαν πέτρες, αλλά με αυτούς που έκαιγαν τράπεζες και μεγάλα καταστήματα και αυτούς που απαλλοτρίωναν εμπορεύματα.)

Η κινηματική αντι-βία είναι χρήσιμη για ορισμένους λόγους. Άλλοτε ως συμβολική έκφραση οργής με διαθέσεις στοχοποίησης και κατάδειξης των υπεύθυνων αυτής της πολιτικής, των δημιουργών της, αυτονών που επωφελούνται από την καθημερινή δυστυχία που μοιράζουν (υπουργεία, τράπεζες, μεγάλες επιχειρήσεις). Άλλοτε ως μέσο άμυνας απέναντι στην αστυνομία. Άλλοτε ως μέσο πίεσης προς την εκάστοτε εξουσία, που τρέμει κάθε ορθά αυτο-διαχειριζόμενη αναταραχή την οποία δεν μπορεί να ελέγξει. Άλλοτε ως ένα μέσο καταστροφής περιφράξεων και άμεσης απελευθέρωσης εδαφών. Παραδείγματα αυτής της χρήσης είναι τα κατεβάσματα καμερών, σπάζοντας στην πράξη την παρακολούθηση (να σημειωθεί ότι στην ελλάδα περίπου το 50% των καμερών που παρακολουθούν δημοσίους χώρους έχει καταστραφεί κυρίως κατά την διάρκεια πορειών), είναι το σαμποτάζ των ακυρωτικών μηχανημάτων στα λεωφορεία του ΟΑΣΘ, είναι οι απαλλοτριώσεις super-market που μπορούν να προσφέρουν άμεσα αγαθά που χρειαζόμαστε, είναι τα κατεβάσματα κεραιών κινητής τηλεφωνίας που έχουν εγκατασταθεί πάνω από τα κεφάλια μας και μοιράζουν απλόχερα καρκίνο, είναι (σε επίπεδο σχολής) το σπάσιμο των κλειδαριών των αιθουσών που πλέον κλειδώνονται από πολύ νωρίς, ώστε να μπορούν και πάλι να χρησιμοποιηθούν από τον καθένα (πολιτικές και πολιτιστικές ομάδες, παρέες, κ.τ.λ.), είναι οι καταλήψεις που μας δίνουν εδάφη και χρόνους για να πειραματιστούμε στην πράξη με την αυτοοργάνωση και τις σχέσεις αλληλεγγύης.

Η βία όμως που επιλέγουμε να ασκήσουμε στην προσπάθεια μας να απελευθερωθούμε από το υπάρχον δεν πρέπει να φετιχοποιείται, ούτε και να είναι αυτοσκοπός. Δεν πρέπει να ασκείται από συνήθεια ούτε και να είναι ένας τρόπος αυτο-επιβεβαίωσης, πόσο μάλλον να ασκείται με θεαματικούς όρους. Δε μας ενδιαφέρει μια βία αυτοαναφορική, που στερείται συμβολισμού, που οι φορείς της δεν επανεξετάζουν διαρκώς το αν αυτή δημιουργεί δυνατότητες αλληλεπίδρασης με άλλους αγωνιζόμενους ή εν δυνάμει αγωνιζόμενους, μια βία που αντί να ανοίγει τη συζήτηση, την κλείνει, που αρκείται στη στείρα άρνηση και δεν επιδιώκει να ανοίξει δρόμους προς νέα πεδία δημιουργικής σκέψης και πράξης.

Και δε μας ενδιαφέρει γιατί αντιλαμβανόμαστε τον καπιταλισμό όχι ως κάτι εξωτερικό από την κοινωνία και εμάς τους ίδιους/ες που αρκεί να το γκρεμίσουμε για να απελευθερωθούμε, αλλά ως ένα ευρύ πλέγμα κοινωνικών σχέσεων εκμετάλλευσης και καταπίεσης στο οποίο εμπλεκόμαστε λιγότερο ή περισσότερο όλοι. Και αυτό το πλέγμα σχέσεων θα σταματήσει να υπάρχει μόνο όταν θα υπάρξεί ένα εξίσου ευρύ πλέγμα σχέσεων κοινότητας, αλληλεγγύης, αγάπης και ισοτιμίας το οποίο θα το πολεμήσει και κυρίως θα το αντικαταστήσει παντού εκεί που γεννιέται, στο σύνολο των καθημερινών συμπεριφορών και κοινωνικών σχέσεων.

Κατά συνέπεια, η κινηματική αντι-βία μας ενδιαφέρει στο βαθμό που αποτελεί έκφραση τέτοιων κοινωνικών σχέσεων που εναντιώνονται στο υπάρχον και θέλουν να το ξεπεράσουν και στο βαθμό που η χρήση της ανοίγει δυνατότητες δημιουργίας τέτοιων σχέσεων. Για παράδειγμα θα μας έλεγε πολύ περισσότερα πράγματα το να σπάζεται μια τράπεζα στα πλαίσια ενός κινήματος άρνησης αποπληρωμής των δανείων και μάλιστα από τους ίδιους τους οφειλέτες, απ’ ότι μας λέει το να σπάζεται από ανθρώπους που πέρα από το σπάσιμο της βιτρίνας δεν κάνουν κάτι προκειμένου η τράπεζα να πάψει να υπάρχει ως θεσμός.

Επιπλέον η αντίληψη που εκφράσαμε παραπάνω, μας κάνει να μη βρίσκουμε νόημα και στην ατομική βία. Κι αυτό γιατί πολύ απλά ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη. Αντιλαμβανόμαστε την επανάσταση ως δημιουργία νέων κοινωνικών σχέσεων και άρα ως συλλογική και όχι ως ατομική πορεία. Προφανώς η ατομική απελευθέρωση είναι απαραίτητο στοιχείο και η κοινωνική απελευθέρωση δεν μπορεί να υπάρξει αν δε συμβαδίζει με την ατομική. Αλλά αυτό απέχει πολύ από το να ανάγουμε την ατομική πράξη σε αιχμή της επαναστατικής διαδικασίας. Οποιαδήποτε πρακτική δε συλλογικοποιείται, αναπαράγει διαχωρισμούς και άρα δεν είναι απελευθερωτική. Όπως εναντιωνόμαστε σε κάθε είδους ειδικούς, έτσι εναντιωνόμαστε και στους ειδικούς της βίας.

Τέλος, η βία του κινήματος και τα μέσα με τα οποία αυτή εκφράζεται πρέπει κάθε φορά να επιλέγονται προσεχτικά ανάλογα με την εκάστοτε συγκυρία. Είναι λάθος οι οποιεσδήποτε ενέργειες να κρίνονται αποκομμένες από το ιστορικό τους πλαίσιο και η επιλογή ή η μη επιλογή τους να γίνεται με βάση ένα σχετικισμό ο οποίος επικεντρώνει στην ίδια την πράξη και προσπερνά σημαντικά ερωτήματα όπως ποιος πράττει, σε ποιες συγκυρίες, για ποιο λόγο και με ποιο σκοπό, ποιο είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα, πώς θα επηρεάσει τους υπόλοιπους αγωνιζόμενους, αν δημιουργεί συνθήκες για επικοινωνία με άλλους αγωνιζόμενους, αν με δυο λόγια πάει τα πράγματα μπροστά ή πίσω. Και αν αυτά τα ερωτήματα δε μπορούν να απαντηθούν με βεβαιότητα, αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να τα θέτουμε και να προσπαθούμε να τα απαντήσουμε ακόμη και προσεγγιστικά.

.

Αθήνα 5/5/2010

Τα νέα μέτρα λιτότητας ανακοινώνονται. Την ημέρα της γενικής απεργίας εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι (εργαζόμενοι, άνεργοι, φοιτητές, μαθητές, μετανάστες κ.λ. καταπιεσμένοι) κατακλύζουν τις περισσότερες μεγάλες πόλεις της χώρας. Η κεντρική διαδήλωση στην Αθήνα με περίπου 200.000 κόσμο, φτάνει στη βουλή και φωνάζοντας ακατάπαυστα ”να καεί, να καεί το μπουρδέλο η βουλή”, προσπαθεί να σπάσει τον κλοιό των ματ και να μπει στη βουλή. Παρόλο που δέχεται σφοδρή επίθεση από τους μπάτσους δεν τρομοκρατείται και παραμένει στον δρόμο, μέχρι την στιγμή που μαθαίνεται το νέο για τους τρεις νεκρούς εργαζομένους στην marfin. Ένα αίσθημα ότι βλέπουμε κάποιο κακό όνειρο και μια αμηχανία διακατέχει τους περισσότερους.

Το ποιος πραγματικά πυρπόλησε την τράπεζα μάλλον δεν θα το μάθουμε σύντομα. Σίγουρα όποιος και να ήταν, βρήκε το μοναδικό ίσως τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να ανακοπεί η οργισμένη μάζα που βρισκόταν στον δρόμο. Και λέμε το μοναδικό καθώς αυτήν τη φορά η κυβέρνηση δε θα μπορούσε να μιλήσει ούτε για μειοψηφίες (όπως έχει κάνει στο παρελθόν) ούτε και να πει πως τα νέα μέτρα είναι δίκαια, καθώς είναι ευρύτερα αποδεκτό πως δεν είναι.

Με δεδομένη τη χρεοκοπία επιχειρημάτων από πλευράς της κυβέρνησης, δε θα είχαμε ενδοιασμούς να πιστέψουμε πως ο κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε να έχει βάλει δικούς του ανθρώπους να πυρπολήσουν το κτίριο ή να μεθοδεύσουν την ενέργεια αυτή στην προσπάθεια του να ανακτήσει τη νομιμοποίησή του, να συκοφαντήσει τη διαδήλωση και κατόπιν να καταστείλει και να εξουδετερώσει κάθε κοινωνική αντίσταση, με το πρόσχημα πως καταστέλλει δολοφόνους (όπως και έγινε με πεσίματα από μπάτσους στο στέκι μεταναστών και σε καταλήψεις, πογκρόμ στα εξάρχεια κ.τ.λ. αμέσως μετά την πορεία). Άλλωστε αυτό το γεγονός έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία όπου το κράτος σε κρίσιμες συγκυρίες έστησε δολοφονικές ενέργειες για τις οποίες κατηγόρησε τους αναρχικούς.

Σε κάθε περίπτωση δεν πιστεύουμε τα κροκοδείλια δάκρυα των κάθε λογής εξουσιαστών καθώς πολύ καλά ξέρουμε πως από όποιον και να έγινε αυτή η ενέργεια, τρίβουν τώρα τα χέρια τους καθώς τους δόθηκε ένα απρόσμενο δώρο το οποίο μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως ιδεολογικό άλλοθι προκειμένου να μη χάσουν κάθε κοινωνικό έρεισμα.

Το πιθανότερο όμως είναι ότι η ενέργεια αυτή έγινε από κόσμο της διαδήλωσης. Το γεγονός από μόνο του φαντάζει απίστευτο, ανήκουστο. Ειδικά αν ήξεραν ότι βρίσκεται κόσμος μέσα στην τράπεζα μιλάμε για λογικές τελείως εχθρικές με τις δικές μας. Παλεύουμε για ζωή και όχι εναντίον της, γι’ αυτό και πρέπει να αποκλειστούν τέτοιες αντιλήψεις που στρέφονται κατά της ζωής καταπιεσμένων κοινωνικών κομματιών. Σε καμία περίπτωση δε μπορούμε να μπαίνουμε σε λογικές παράπλευρων απωλειών ούτε και σε λογικές «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας» που στοχοποιούν τον οποιοδήποτε υπάλληλο δε συμμετέχει σε μια απεργία. Οι αντιλήψεις αυτές είναι των εξουσιαστών και όχι δικές μας.

Επίσης λάθος είναι η λογική που στοχοποιεί τον κάθε μικροαστό ως φυσική ύπαρξη. Για εμάς εχθρός είναι ο μικροαστισμός ως ιδεολογία και ως κυρίαρχο μοντέλο κοινωνικών σχέσεων. Σίγουρα αυτό το μοντέλο δεν αναπαράγεται αφηρημένα, αλλά από πραγματικούς ανθρώπους και τις συμπεριφορές τους. Σίγουρα όλοι μας έχουμε μερίδιο ευθύνης που δεν αντιδράμε στην καθημερινή βία που ασκείται εις βάρος μας είτε εις βάρος άλλων καταπιεσμένων κομματιών της κοινωνίας (και έχει αναφερθεί στο πρώτο κομμάτι του κειμένου). Αλλά αυτό απέχει πολύ από το να θεωρήσουμε ότι για να σταματήσουν να υπάρχουν σχέσεις εξουσίας θα πρέπει να αρχίσουμε να σκοτώνουμε κάθε φορέα τους (και μαζί και τον ίδιο μας τον εαυτό, καθώς όλοι μας έχουμε εσωτερικευμένα εξουσιαστικά πρότυπα και συμπεριφορές και επίσης όλοι μας συμμετέχουμε στην αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων ως εργαζόμενοι, ως καταναλωτές, ως χρήστες του κράτους πρόνοιας, ως φορολογούμενοι κλπ.).

Όταν λέμε ότι οι σχέσεις εξουσίας δεν είναι κάτι μακρινό αλλά βρίσκονται παντού γύρω μας και μέσα μας, το λέμε θέλοντας να προσδιορίσουμε το πεδίο αντιπαράθεσης. Θέλοντας να βρούμε έναν μπούσουλα για το προς τα πού θέλουμε να κινηθούμε και σε ποιανού την πλευρά στεκόμαστε σε κάθε κοινωνικό αγώνα που ξεσπά. Η κατεύθυνση προς την οποία θέλουμε να κινηθούμε είναι όπως είπαμε η αντικατάσταση των εκμεταλλευτικών σχέσεων από σχέσεις αλληλεγγύης και η καταπολέμηση των εξουσιαστικών προτύπων μέσα μας. Αυτό σημαίνει για μας ότι στηρίζουμε τους αγώνες προς αυτή την κατεύθυνση και παίρνουμε το μέρος αυτών που κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση μέσα σε κάθε αγώνα, ενώ παράλληλα είμαστε ανοιχτοί να ακούσουμε κριτικές που αφορούν εξουσιαστικές πλευρές του εαυτού μας.

Όταν για παράδειγμα λέμε ότι ο καπιταλισμός δεν αναπαράγεται μόνο από τις πολυεθνικές αλλά και από το κάθε μικροαφεντικό που εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενούς του, το συμπέρασμα που βγάζουμε δεν είναι ότι θα πρέπει να σκοτώσουμε κάθε μικροαφεντικό. Άλλωστε και να το κάναμε οι καπιταλιστικές σχέσεις μια χαρά θα συνέχιζαν να αναπαράγονται από άλλους ανθρώπους που θα έπαιρναν τη θέση των παλιών. Το συμπέρασμα είναι ότι θα πάρουμε τη θέση των εργαζομένων και θα στηρίξουμε μια απεργία όταν το αφεντικό θα τους λέει «μην απεργήσετε γιατί κι εγώ μαζί σας είμαι, και να δουλέψουμε όλοι μαζί για να σώσουμε την επιχείρηση τώρα που το κακό ΔΝΤ θέλει να την κλείσει με τα μέτρα που αναγκάζει την κυβέρνηση να πάρει», ενώ στην πραγματικότητα μια χαρά το βολεύουν τα νέα μέτρα προκειμένου να εκμεταλλευτεί περισσότερο τους εργαζόμενούς του. Κι αυτό γιατί αντιλαμβανόμαστε την απεργία ως ένα σημείο όπου καταργούνται οι καπιταλιστικές σχέσεις στην πράξη και δημιουργούνται δυνατότητες ανάδυσης σχέσεων αλληλεγγύης.

Βέβαια αυτά που γράφουμε δεν έχουν άμεση σχέση με το γεγονός της 5ης Μάη γιατί οι εργαζόμενοι που σκοτώθηκαν στη marfin δεν ήταν ούτε μικροαστοί, ούτε απεργοσπάστες. Ήταν εργαζόμενοι που τους εξανάγκασαν να δουλέψουν με την απειλή της απόλυσης ενώ οι ίδιοι ζητούσαν επανειλημμένα να φύγουν. Ωστόσο τα γράφουμε γιατί οι ιδεολογικές αφετηρίες της ενέργειας αυτής βρίσκονται πιθανόν στην παραπάνω λογική.

Ακόμα θέλουμε να σημειώσουμε πως σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται η επιτυχία των ενεργειών των αγωνιζόμενων στο κράτος και το κεφάλαιο. Όταν π.χ. βάζει κάποιος κάπου φωτιά, δεν μπορεί να βασίζεται ούτε στο ότι θα υπάρχει σύστημα πυρασφάλειας, ούτε στο ότι η πυροσβεστική θα εμφανιστεί για να σβήσει τη φωτιά. Κι αυτό γιατί πέρα από τη θεωρητική αντίφαση του ότι δεν μπορεί να μιλάς για καταστροφή του κράτους και του κεφαλαίου και να βασίζεσαι πάνω τους, υπάρχει και το πιο πρακτικό ζήτημα ότι μένεις έκθετος γιατί πολύ απλά το κράτος μπορεί να επιλέξει να μην εμφανιστεί για να σβήσει τη φωτιά γιατί θα κρίνει ότι η τραγωδία που θα συμβεί το συμφέρει πολιτικά.

Αυτό είναι και η απάντηση σε αυτούς που επιρρίπτουν ευθύνες για το γεγονός στη marfin στο Βγενόπουλο. O Βγενόπουλος έχει πράγματι εγκληματικές ευθύνες για το γεγονός ότι δεν είχε πυρασφάλεια το κτήριο. Αλλά θα ήταν υπεύθυνος για τους συγκεκριμένους θανάτους αν η φωτιά είχε προκληθεί από κανένα βραχυκύκλωμα. Για το συγκεκριμένο όμως γεγονός, η ευθύνη βαραίνει αυτούς που έβαλαν τη φωτιά. Και βαραίνει αυτούς γιατί αν ήταν της διαδήλωσης γνωρίζουν τι σόι εγκληματίας είναι ο Βγενόπουλος, γνωρίζουν ότι κράτος και κεφάλαιο αδιαφορούν για την ανθρώπινη ζωή και για στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας στους εργασιακούς χώρους. Το γνωρίζουν, αλλά δεν το έλαβαν υπόψη τους. Αυτή τους η αδιαφορία τους καθιστά υπεύθυνους.

Σε σχέση με το τι πρέπει να κάνουμε από εδώ και πέρα προκειμένου να αποφευχθούν στο μέλλον παρόμοια γεγονότα με αυτό της 5ης Μάη βλέπουμε ότι θα πρέπει να υπάρξει μια επαναδιαπραγμάτευση των αντιλήψεων που πλαισιώνουν τη χρήση αντι-βίας.

Και αυτό γιατί αν και δεν φανταζόμασταν ότι αυτό που έγινε στην marfin μπορούσε ποτέ να συμβεί, εκ των υστέρων βλέπουμε ότι δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Αυτό συνέβη ως μια ακραία έκφανση αντιλήψεων και πρακτικών που εμφανίζονται σε κάποια κομμάτια των αγωνιζόμενων, για τις οποίες μιλήσαμε παραπάνω. Οι λογικές αυτές πρέπει να αναθεωρηθούν και να μην γίνονται πλέον ανεκτές.

.

Τελειώνοντας…

Ο θάνατος των τριών εργαζομένων της Marfin στις 5/5 προκάλεσε σε όλους μας παγωμάρα και αμηχανία. Η αποφασιστικότητα που υπήρχε εκείνη τη μέρα κάμφθηκε, τουλάχιστον προς στιγμήν. Όμως η επίθεση στις ζωές μας συνεχίζεται και εντείνεται. Είναι σημαντικό τα αισθήματα που προκάλεσε το γεγονός αυτό να μη μας κάνουν να γυρίσουμε σπίτια μας. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί από εμάς δε φανταζόμασταν καν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε ποτέ να συμβεί. Και όμως συνέβη. Τώρα που η εποχή της αθωότητας παρήλθε να μετατρέψουμε την εμπειρία που αποκτήσαμε σε γνώση που θα μας βοηθήσει να πορευθούμε πιο σταθερά σε αυτά που έρχονται. Με αφορμή αυτά τα γεγονότα είναι αναγκαίο να ανοίξει μια συζήτηση σχετικά με το πώς μπορούμε να περιφρουρήσουμε καλύτερα τις πορείες και τις δράσεις μας από τέτοιες λογικές – πρακτικές που προαναφέρουμε, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως δεν αφήνουμε καμία αυθόρμητη πρωτοβουλία κινήσεων (βλέπε κκε), ίσα ίσα, απλώς χρειάζεται να υπερασπιστούμε τις αντιλήψεις μας και τις επιλογές μας στο δρόμο.

Να κρατήσουμε αυτά που νιώσαμε και αυτά που σκεφτήκαμε στη μνήμη μας και να προχωρήσουμε…

.

ΓΙΑ ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΚΑΝΕΝΑ ΝΕΟ ΜΕΤΡΟ

ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ

ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

.

26/5/2010

Αυτόνομο Σχήμα Φυσικού (persona non grata)

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.